top of page
  • Instagram

Γιατί γράφω;

Δεν είχα ποτέ υπόψη μου πως μπορώ να γράφω. Στο σχολείο, ήμουν απλά συνεπής στην έκθεση (ή τουλάχιστον, έτσι θυμάμαι), βαριόμουν να κρατήσω ημερολόγιο, δεν έγραφα στιχάκια. Για μένα το κείμενο, η γραφή, ήταν για ανθρώπους πολύ συγκροτημένους ή βαθιά μυστηριώδεις και καταραμένους που ζουν πάνω σε πύργους ή σε κακόφημα σοκάκια. Οπουδήποτε μακριά από μένα.


Ξεκίνησα να γράφω από ανάγκη, σαν πνιγμένη που ψάχνει να βρει σανίδα σωτηρίας. Ένας πρώην φίλος μου μου άνοιξε ένα blog και με άφησε εκεί να γράφω ότι μου ρχεται για να γλιτώσω το αδιέξοδο, τη φρικτή βαρεμάρα αλλά και φυσικά, να γίνω διάσημη. :D


Εκεί για πρώτη φορά, μου συνέβη κάτι πολύ περίεργο που δεν ήξερα πως να το ομολογήσω. Εκεί που ήμουν ήρεμη, μου κατέβαιναν ολόκληρα κείμενα γκντουμπατις. Με αρχή, μέση, τέλος. Η μικρή μου φωνούλα τα διάβαζε με ηρεμία - να, θα γράψεις αυτό και μετα εκείνο, αυτή την πρόταση, θα τελειώσεις έτσι. Έπεφταν στο κεφάλι μου σαν μπετά και μετά μου φώναζαν, με καλούσαν να μπουν κάπου, με κράταγαν ξύπνια το βράδυ.


Πολλές φορές τα έγγραφα, άλλες όχι. Δεν είχα μάθει πως πρέπει να τα υπακούω, πως μέχρι να γραφτούν τους ανήκω.


Κατάλαβα πως ίσως κάπως το χω, γιατί κάτι τέτοιο δεν μου είχε συμβεί ποτέ όταν σπούδαζα σχέδιο μόδας. Δεν μου έφταναν τα ρούχα στο νου, έτσι έτοιμα στο μυαλό να με φωνάζουν, όπως γίνονταν μέ άλλους, ταλαντούχους φίλους μου και συμφοιτητές. Γρήγορα κατάλαβα πως είχα αγαπήσει την ιδέα να γίνω σχεδιάστρια, γιατί αγαπούσα τα ρούχα αλλά δεν ημουν εκείνη που θα τα εφτιαχνε. Είχα μάτι μεν και κατανόηση, αλλά και κάτι άλλο. Καταλάβαινα την ιστορία τους.


Μοντέλο του Balenciaga, Juergen Teller για το Purple Magazine

Έγραφα λοιπόν, καθώς το έκανα συναντούσα και άλλους που έγραφαν και όλοι ήταν κατα τη γνώμη μου καλύτεροι από μένα. Ένιωθα κουταβάκι και λίγο χομπίστρια, όχι αρκετά καλή. Δεν καθόμουνα να παίξω στο μεγάλο τραπέζι του πόκερ, ήμουν από αυτές που στέκονται με το ποτό γύρω γύρω. Μερικοί μου λεγαν να κάτσω περισσότερο γιατί τους έφερνα γούρι και για μένα τότε αυτό ήταν κάτι σπουδαίο. Ο ρόλος γουριού τουλάχιστον μου δίνε φωνή - μια ταυτότητα, ένα κάτι. Γούρι θέλανε, γούρι θα γίνω. Έτσι θα πορευτώ.


Έγραφα, έγραφα γιατί αν δεν έγραφα θα έσκαγα. Κατάλαβα πως γράφω γιατί θέλω να μοιραστώ, γιατί δεν θέλω να τα σκέφτομαι μόνη μου, δεν θέλω να τα ξέρω μόνη. Επειδή δεν ήξερα πως είναι η φωνή μου, έγγραφα με μια πρόθεση λίγο ανειλικρινή. Για να με λυπηθούν, να με συμπαθήσουν, να με παραδεχτούν, να με προσέξουν σαν γκόμενα. Τι να κάνω παιδιά, ένα πράγμα είχα και εγώ.


Η φωνή μου έβγαινε από το φίλτρο της πρόθεσης, σαν vocoder σε τραγούδι της Cher. Δικιά μου και απόκοσμη μαζί. Τα κείμενα μου καμιά φορά τη σκαπούλαραν και τραγούδαγαν μοναχά τους το τραγούδι τους αλλά εγώ σπάνια το καταλάβαινα. Κάποιοι άνθρωποι που εκτιμούσα πολύ, μου είπαν πως γράφω καλά - αλλά δεν τους πίστευα.


Έγραφα όμως, έγραφα και άλλο και μετά είπα πως θέλω να γράψω πιο μεγάλο κείμενο. Εκεί ξεκίνησε η κόλαση και ο παράδεισος μαζί. Μέχρι να το γράψω, υπέφερα. Πονούσα ολόκληρη, ένα τέρας από μέσα μου έβγαινε έξω και έδινε σκαμπίλια σε όποιον άτυχο ή άτυχη περνούσε τυχαία από κοντά μου. Μέχρι να μάθω το μονοπάτι, να σεβαστώ τη διαδρομή υπέφερα. Ήθελα να γίνεται αμέσως, ήθελα γρήγορα - αφού δεν το κανα έτσι δεν ήμουν καλή, ήμουνα μάπα, μια κοροϊδία - εννοείται πως δεν έπρεπε να το κάνω ποτέ.



‘‘To μυστικό μου λουλούδι’’ - Pedro Almodovar 1995

Συνέχισα να υποφέρω γιατί δεν μπορούσα να σταματήσω. Το γράψιμο έγινε για μένα ένα εφιαλτικό σημείο που μου δινε χαρά και ανάταση. Όταν το άφηνα, έμενα μισή, όταν το έπιανα πονούσα.


Κατάλαβα πως πονούσα τόσο γιατί ήμουν άμαθη, χωρίς ταπεινότητα και προσπαθούσα να ξεπεράσω τις προσδοκίες όλων. Δεν είχα καταλάβει πως αυτό, θέλει επιμονή και χρόνο, να ακούς τη φωνή που κατεβάζει τα μπετά και σιγά σιγά να την ακολουθείς. Το κανα τόσο δύσκολο γιατί πίστευα πως όλοι περίμεναν, όλοι θα έκριναν, όλοι θα με μετρούσαν. Ήμουν καλή; Ήμουν καλύτερη από την προηγούμενη φορά; Ήταν συνταρακτικό;


Η πανδημία μου έφερε την ταπεινότητα, γιατί δεν υπήρχε τίποτα πιο συνταρακτικό από την ίδια την καθημερινοτητα. Ήμουν μικρή απέναντι της και το μόνο που έπρεπε να κάνω είναι να την ακολουθώ και να βρίσκω τρόπους να συνδέομαι και να βοηθώ. Αν κάτι που έγραφα, έκανε κάποιον, κάποια να νιώσει καλύτερα - ήμουν ικανοποιημένη. Δεν υπήρχαν άλλες προθέσεις, όλα καθάρισαν καθώς εγώ, ενώ προσπαθούσα να βοηθήσω, άκουσα και κάτι άλλο για πρώτη φορά. Τη φωνή μου.


Επειδή δεν σταμάτησα, τραυματίστηκα πνευματικά όπως και τόσοι άλλοι. Εξαντλήθηκα πολλές φορές, ακόμα και σήμερα αναγνωρίζω τα σημάδια, την κόπωση. Ξέρω πως δεν θα φύγει η κούραση αυτή. Είναι κάτι σαν εσωτερική ρυτίδα, ενθύμιο τραύματος και απώλειας. Είμαστε αυτοί που είμαστε γιατί περάσαμε, περνάμε και αυτό.


Αλλά έμαθα να γράφω. Κατάλαβα πως θα είναι για πάντα κομμάτι μου. Τώρα πια τα μπετά όταν έρχονται τα καλοδέχομαι και τα ακούω, έμαθα να κρατώ σημειώσεις. Κάθομαι να γράψω με ηρεμία και ασφάλεια, αυτό είναι το σπίτι μου, το ξέρω. Κατάλαβα πως τα κείμενα μου, από τη στιγμή που τελειώνω δεν μου ανήκουν πια. Πηγαίνουν σε όποιους τα διαβάζουν, τα κρατάνε όπως εκείνοι και εκείνες καταλαβαίνουν. Γίνονται δικά τους.



‘‘Wild at heart’’, David Lynch 1990

Η φωνή μου έγινε δική μου. Η δουλειά μου έγινε δική μου. Καταλάβαινα και βοηθούσα.


Έτσι για πρώτη φορά, η φωνή μου, ο τρόπος μου, έφτιαξαν ένα σπίτι - που μεταξύ μας, ολοι βάλατε το χεράκι σας. Έγινα εγώ γιατί ήσασταν εσείς και καθώς βλέπαμε ο ένας τον άλλον, εγώ μάθαινα εμένα. Οι προθέσεις πια έγιναν ειλικρινείς και δεν ξεχνώ ποτέ να τις τσεκάρω. Γιατί θέλω να μιλήσω; Γιατί θέλω να γράψω; Γιατί θέλω να μοιραστώ. Θέλω να βοηθήσω.


Τον Απρίλη του 2022, βγήκε το margaritagourgourini.com. Εκεί έκανα το πιο δύσκολο, έγραψα για τον εαυτό μου και τη δουλειά μου. Έβαλα την Κυριακή με τη Marge και όλα τα κείμενα που σας στέλνω. Θα φτιαχτεί σιγά σιγά ένα πρόγραμμα για να βλέπετε πότε θα συναντιόμαστε. Θα μπορείτε να μαθαίνετε περισσότερα για τα trainings και οτιδήποτε άλλο κάνουμε στο μέλλον.


Αυτή είμαι εγώ. Αυτή είναι η δουλειά μου. Αυτή είναι η ιστορία μου. Καλώς ήρθατε.

bottom of page